πολυκρατεῖς

πολυκρατεῖς
πολυκρατέω
have much power
pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic)
πολυκρατής
very mighty
masc/fem acc pl
πολυκρατής
very mighty
masc/fem nom/voc pl (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πολυκρατής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος της Σάμου (πέθανε το 522 π.Χ.). Από αριστοκρατική οικογένεια, κατέλαβε (538;) με τη βοήθεια των οπαδών του την αφρούρητη πόλη, ενώ οι Σάμιοι έλειπαν στο ιερό της Ήρας για την ετήσια γιορτή της. Με τη βοήθεια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”